Εις το χαμένο Μουτσουνιάρη (ή φίδια βάλλει)

Είπα να γράψω, ήθελα πάρα πολύ να γράψω στο περιοδικό του τόπου μου, το νιώθω δικό μου. Περιπλανήθηκα αρκετά μέσα σε άδειες σκέψεις να βρω το θέμα, και είπα, άμα που το ταξίδι μου με βγάλει Ικαριά, κάτι θα ‘ναι που θα μου κατεβάσει!

Πριν καιρό λοιπόν, είχα την τύχη να μιλήσω με το Σιδερή και να μου πει για μιαν εκδήλωση, τον Αράπη. Τότε η ιδέα ήταν ακόμα στα σκαριά, στην κουβέντα. Καμιά λολάδα ηθάρρου θάτανε, ούτε να ακούσω δε με ένοιαζε. Και το Σιδερή τον γνωρίζω καλά, ας όψεται η συγγένεια και η συγκατοίκηση σε 'κείνα τα ανέμελα χρόνια! Άμα βάλει το λοιπόν κάτι στο μυαλό του το χτενίζει, το χαρχαλεύει, το μπουκεφαλίζει και το κάνει πράξη! Κουβέντα στην κουβέντα η ιδέα έγινε τρόπος ζωής! Ακόμα και ο Δημήτρης που στην αρχή ήταν δύσπιστος, κολακευόντανε να μιλεί για το βουκέντρι του!

Ήμουν εκεί. Και παρ’ ολίγον Κουδουνάτος!

Πρώτα τα μικράκια με το Λύκειο των Ελληνίδων, μετά τα Γαϊτανάκια. Και έπειτα, μετά κλάδων ελιάς και μπόλικο "κουδούνισμα" μπήκανε οι Κουδουνάτοι κι ο Αράπης! Χορεύανε στο ρυθμό της Τσαμπούνας του Σπανού και του Λιάρη, συμπέλλανε φωτιές, βωμολοχούσαν. Στις πλάτες τους προβιές λαμπέλες, πλυμένες στη θάλασσα. Στα μούτρα τους μουτζούρες. Στεφανία στο ρόλο "γρε’"  Στη μέση φωτιά να παραφυλάει τον αράπη. Θέαμα απίστευτο σε μια πλατεία που έσφυζε από κόσμο!

Θα μου πεις, τώρα, και άλλοι δεν έχουν κουδουνάτους και μου κάνει εντύπωση η εκδήλωση; Και άλλοι δεν "αναβιώνουν" έθιμα; Θα σου πω ναι! Φυσικά και έχουν τον αράπη τους, ασφαλώς και τον λατρεύουν αλλά με έναν άλλον τρόπο: Τον αναβιώνουν σε θέατρα κοσμοπολίτες χωριανοί, τον αναβιώνουν σε κιτσερέλλες "ανταμώματα", σε φανφαροειδείς εκδηλώσεις και στην καλύτερη όλων σε κανένα προγονόπληκτο πανηγύρι. Κι άμα που τελειώσει ο μπουφές που έστησε ο Δήμαρχος ή ο Πρόεδρος και φάνε καλά όλοι, ο Κουδουνάτος θα λάβει τα μισθά του και θα μπει στο χρονοντούλαπο για την επόμενη χρονιά.

Αυτή λοιπόν είναι η διαφορά του Καριώτη. Δεν χρειάζεται καμία ειδική φωταψία και σκηνοθετική επιμέλεια, και το βασικότερο όλων, χωρίς καμία ιδιοτέλεια. Θέλει μόνο την αλάνα (στην περίπτωσή μας, η πλατεία του Αγίου), μια λάμπα για να βλέπει, μονοκαμπιώτικο τσίπουρο και κει αμέσως η παράδοση τον κάνει να ανατριχιάζει. Και συμμετέχει. Και τον κάνει άνθρωπο ξεχωριστό, μακριά από κάθε είδους εξάρτηση. Χόρευγε βρ’ αράπη… Από το Φάρο πέρα, από το Πετροπούλι πέρα, από το Μαγγανίτη πιο πέρα, απ’ την Αράθουσα ακόμη πέρα... Ίσαμε την Προεσπέρα!

Γίνηκα λίγος, μικρός. Συνομίλησα λίγο με το παρελθόν μου. Μουτσουνιάρης στο Χρυσόστομο. Περισσότερο, με τις ρίζες μου. Ένιωσα σιγουριά και περηφάνια! Πήρα λίγο από αρχαία "κάθαρση".

Επιστροφή. Οχτάρης Μαΐστρος καθαρός. Τσιγάρο πλώρα ακριβώς πίσω απ’ την πόρτα, δίπλα μου ένας Πλαγιώτης. Φατσικά τον ξέρω.

- Φίδια βάλλει Νικολάκι, πρόσεχε μη μπλάσεις!

Είναι τα μόνα που πρόλαβα να ακούσω. Η θάλασσα με ένα απλό φρεσκάρισμά κατάφερε να μας σκεπάσει την κουβέντα. Μπήκε μέσα βρεμένος μετά απ' το κοπάνημά του στη σκάλα.

Ναι καλά το ‘γραψα· βάλλει και όχι βάλει (βάζει)!

Νικόλας Κουντούπης
paraxrantos@gmail.com

σ.σ. Φίδια βάλει = έχει φουρτούνα (στα καριώτικα)

ikariastore banner