Ικαριώτικος Χορός

Έχει βραδιάσει. Κρατάω ένα μπουκάλι κρασί κόκκινο στο χέρι και κάθομαι σε μια ακρούλα ενός ξύλινου πάγκου. Γύρω μου όσο μπορώ να δω είναι κάπου στα χίλια άτομα καθιστά και άλλοι τόσοι περιφέρονται σε όλο το χώρο. Μπουκάλια με κρασί σαν το δικό μου είναι παντού. Όρτσα τα χέρια με ποτήρια γεμάτα και τα μπουκάλια αδειάζουν. Αδειάζουν ταυτόχρονα. Είναι ο δικός τους χορός. Ο πρώτος χορός. Ένας χορός προετοιμασίας γι’ αυτό που θα ακολουθήσει.

Ο χώρος μοιάζει με τεράστια αυλή και στη μέση, για να τον βλέπουν όλοι, είναι εκείνος που κρατάει τη μαγεία. Το σκήπτρο του βασιλιά. Ο βασιλιάς και εμείς οι αυλικοί του. Κάποια στιγμή σηκώνει τα χέρια του ,που παίρνουν θέσεις μάχης. Το ένα στο λαιμό και το άλλο ανοιχτό και παράλληλα στο άλλο. Το δοξάρι πλησιάζει το βιολί αλλά δεν ακουμπάει ακόμα επάνω. Ακουμπούν μόνο τα δάχτυλα που σκαλίζουν στις χορδές του βιολιού δώδεκα νότες. Δώδεκα θεούς. Δώδεκα μαθητές. Δώδεκα ανάσες έτοιμες να ξεχυθούν. Οι πρώτες νότες του Τσαμούρικου σκοπού. Δώδεκα νότες ικανές να σταματήσουν δυο χιλιάδες άτομα ακίνητα και να κοιταχτούν μεταξύ τους.

Μοιάζει με σύνθημα, με σινιάλο σαν αυτό της φλόγας στους Ολυμπιακούς αγώνες. Οι νότες επαναλαμβάνονται και μια κραυγή ακούγεται από όλους μαζί. Η φλόγα άναψε στις καρδιές όλων. Ένα δυνατό « Εεεεε….» και το δοξάρι προσγειώνεται στο βιολί παίζοντας ακριβώς το ίδιο. Η κραυγή δυναμώνει και όλοι μαζεύονται γύρω από την μαγεία όπως ο μαγνήτης τραβάει τις καρφίτσες. Τέτοια μαγική δύναμη δεν θα συναντήσεις πουθενά. Τα χέρια ανοίγουν και πέφτουν το ένα πάνω στο άλλο. Χέρια και ώμοι σμίγουν. Θαρρείς πως είμαστε αγκαλιά. Όλοι συγγενείς, φίλοι, γνωστοί, άγνωστοι, ξένοι γίνονται ένα.

Μια τεράστια αλυσίδα ανθρώπων τραντάζει το έδαφος και η αρχή με το τέλος μπερδεύονται. Κύκλος, κι άλλος κύκλος κι άλλος , κι άλλος..Τα τραπέζια και οι ξύλινες τάβλες είναι πλέον άδειες. Κι εγώ εκεί ανάμεσα μπερδεμένος στο κόσμο να βλέπω αναμμένα πρόσωπα που άλλα κοιτούν τον θεό με τ΄άστρα και άλλα το χώμα. Γη και ουρανός κι ανάμεσα τους εμείς. Η μουσική δυναμώνει, οι φωνές γίνονται μία και ο βιολιτζής σταματάει τον χρόνο.

Το ταξίδι ξεκίνησε. Ένα καράβι γεμάτο επιβάτες που δεν θα κατέβουν πουθενά..Πουθενά μέχρι ο βιολιτζής να αποσυνδέσει το δοξάρι από τις χορδές του βιολιού. Οι ώρες γίνονται λεπτά κι ο βιολιτζής εκεί ακούραστος. Όσο τραντάζεται η γη, τόσο δυναμώνει τις δοξαριές. Σεισμός ρυθμού και μελωδίας. Ο ιδρώτας ποτάμι, τα πόδια τρέμουν κι εγώ εκεί στο καράβι μια στην πλώρη μια στην πρύμνη να ταξιδεύω για ώρες.

Ξημερώνει. Η νύχτα γίνεται μέρα και το φως της ανατολής σού τρυπάει τα μάτια. Ο ήλιος έκρυψε το φεγγάρι και εμείς εκεί. Όλοι εκεί δεμένοι. Χαμόγελα, βουρκωμένα μάτια από χαρά, άλλα από νοσταλγία, άλλα από την ένταση της στιγμής κι άλλα από την σκόνη και τον ιδρώτα. Δεν σε νοιάζει τίποτα. Μόνο ζεις τη στιγμή. Και η στιγμή είναι δική σου. Δική
μου.

Τα πόδια σφυροκοπούν τη γη σα να θέλουν να ξυπνήσουν αυτούς που βρίσκονται μέσα... αυτούς που κάποτε ήταν σε έναν άλλον κύκλο μιαν άλλη εποχή με άλλον βασιλιά... που κάποτε οι πιο πολλοί ήμασταν πιασμένοι με τα χεράκι μας στο τέλος του κύκλου και περπατούσαμε ρυθμικά μαζί τους…

Τα μάτια κάποιων δάκρυσαν. Το κατάλαβα κι εγώ από τον δικό μου τόπο. Παππούς, γιαγιά , πατέρας, μάνα. Μια σκέψη μόνο κατάφερα να φέρω στο μυαλό μου… όταν έρθει η ώρα να πεθάνω μόνο έτσι θέλω… να είμαι δεμένος σε ένα κύκλο που τραντάζει τη γη και δίνει τους τελευταίους παλμούς στην καρδιά μου... μόνο να ακούω αυτή τη
μελωδία... και να την πάρω μαζί μου για τα δικό μου ταξίδι..

Μόνο έτσι θέλω να πεθάνω. Χορεύοντας.

Βασίλης Μεσσαριτάκης
Χοροδιδάσκαλος Πανικαριακού Συλλόγου “Άρτεμις Ταυροπόλος”
artemistavropolos@gmail.com

Αφιερωμένο στο Νίκο Φάκαρο που με έκανε με το βιολί του να αγαπήσω τη μουσική και το χορό του Καριώτικου και στην οικογένεια Πουργέζη που μου γνώρισε το νησί του παραδείσου.

Διαβάστε εδώ τις ελεύθερες πτήσεις για τον Ικαριώτικο.

Διαβάστε τις ελεύθερες πτήσεις από τις φιλοξενούμενες πένες.