Δυστυχώς επτωχεύσαμεν

Χειμώνας του 2005, μπορεί και ’06, εικοσάρης και ξέγνοιαστος. Ο τόπος και τα διαδικαστικά δεν έχουν καμία σημασία. Ούτε ίσως ο χρόνος, μόνο τα πρόσωπα και το νεαρό της ηλικίας μου. Φοιτητής και περιστασιακά σερβιτόρος σε μια καφετέρια, για ένα χαρτζιλίκι. Ήθελα, λέει, να βάλω σε τάξη κάποια μικρά μου όνειρα. Όταν λοιπόν σχόλαγα, και με τα υπερβολικά 23 ευρώ που εισέπραττα, τράβαγα χοροπηδώντας στο διπλανό Μπαρ να κάνω το μεροκάματό μου τρία ποτά και να ονειρευτώ με τους φίλους μου για τη ζωή που θέλουμε. Ενίοτε και να αλλάξουμε τον κόσμο.

Ένα βράδυ, σαν και κείνα, μένω μόνος με το Στάμο το αφεντικό. Στο τέταρτο κερασμένο και στην υπόκρουση Παπάζογλου, των ερωτώ: «Στάμο, εκδικείται η γυφτιά;» Μου χαμογέλασε σα να μην ήξερε κι ο ίδιος να απαντήσει. Του λέω μετά: «Τί όνειρα έχεις για το μέλλον;» «Είμαι κοντά σαράντα ρε Νικόλα, με δουλεύεις; Τί όνειρα μπορώ να κάνω; Χρεοκοπήσανε τα όνειρά μου.»

Σε μια στιγμή γκρεμίστηκε το είναι μου. Ήταν για μένα μια υπέροχη ευκαιρία να νιώσω τη χρεοκοπία και την υποταγή, σα  λέγανε εντέχνως λίγο νωρίτερα οι «Τρύπες». Πόσο μάλλον που για εκείνη την εποχή η λέξη χρεοκοπία ήταν μόνο συνδεδεμένη με κείνο το ξεχασμένο τηλεπαιχνίδι, τον «Τροχό της Τύχης»! Το ανέλυσα πολύ και δε βρήκα καμία λογική εξήγηση σ’ αυτά που άκουσα. Μικροαστό τον είπα και νεόπτωχο στη σκέψη.

Χειμώνας 2011, μπορεί και Άνοιξη. Το Μπαρ του Στάμου έχει κλείσει και στη θέση του ορθώνεται μια σικάτη καφετέρια, τόσο ξένη για μένα! Ο Στάμος βέβαια έκανε τη καβάτζα του και βρίσκεται σε άλλους χώρους. Η σκέψη του όμως βασιλεύει στο μυαλό μου. Και είμαστε εικοσιπέντε, ρε γαμώτο, καμιά Αλεξάνδρεια δεν ετοιμαστήκαμε να αποχαιρετήσουμε, ούτε καν τη γνωρίσαμε.

Στα είκοσι μας νομίζουμε ότι είμαστε άτρωτοι. Θαρρούμε ότι μπορούμε να αποπερατώσουμε τουλάχιστον επιεικώς ό,τι δουλειά μάς αναθέσουν και να γητεύουμε κάθε όνειρο που μας κατεβάζει η κούτρα. Οργανώνουμε ενδελεχώς κάθε μεσοπρόθεσμο ανοιχτό λογαριασμό. Εισπράττουμε ωμή τη χυλοπίτα και ελπίζουμε ακάθεκτα για την επόμενη.

Βαρέθηκα να ακούω για χρεοκοπίες και χρεοκρατίες, δημοσιονομικά και υποχρεώσεις. Δεν μου καίγεται καρφί για τις ειδήσεις των οκτώ και τα βαρύγδουπα συμπεράσματα των Πρετεντέρηδων. Είναι η φύση μας μάλλον, λατρεύουμε το κλάμα και την καταστροφή σα φαγητό, μόνο να είναι έξω από την πόρτα μας. Ξεφτερουγίζουμε με τον κίνδυνο, μα στις ρωγμές του χρόνου το βάζουμε στα πόδια.

Ντρέπομαι όμως στην τελική, που ο κόσμος γύρω μου αλλάζει προς το κακό και εγώ σταυρώνω χέρια. Και εσύ σταυρώνεις χέρια. Όλοι μας. Και ίσως για τη γενιά μας θάφτηκε η ελπίδα. Ενδεχόμενα και ανεπιστρεπτί. Για την επόμενη γενιά; Για τον εικοσάρη που ΠΡΕΠΕΙ να γκαζώσει μ’ όνειρα;

Δε λέω, πτωχεύσαμε και το ξέρουμε όλοι. Και δε μιλάω για τα χρέη και τα λεφτά. Πτώχευσε η ελπίδα μας. Πτώχευσε το βραχυπρόθεσμο όνειρό μας. Ίσως πτωχεύσει και η άδεια αγκαλιά μας.

Ελπίζω (ελπίζω;) μόνο, οι συλλογισμοί του Στάμου να μην ήταν και οι ορθοί.

Νικόλας Κουντούπης
paraxrantos@gmail.com