Η Σουσάνα του Φουκαρά

 photo: vice.com

Ένα ξεχασμένο δρώμενο

Η Σουσάνα, που λες, ήτανε μια αιθέρια ύπαρξη που έζησε στο νου ενός συμπατριώτη μας από την Πλαγιά τον περασμένο αιώνα. Σαν γιόρταζε κανείς άγιος, ο εμπνευστής της την κουβαλούσε πηγαίνοντας με τα πόδια στο πανηγύρι, την κουβαλούσε και τη γνώριζε στους συμπατριώτες του. Αργότερα την έμαθαν όλοι, την αγάπησαν κι αποζητούσαν με λαχτάρα να την ξαναδούν.

Ειδικά τα παιδιά που, μόλις έβλεπαν τον κατάκοπο Ικαριώτη από την Πλαγιά, ξεφώνιζαν με χαρά:
 -Η Σουσάνα! Η Σουσάνα!

Ο Ικαριώτης είχε το επίθετο Αμοργινός και ζούσε στην Πλαγιά, μα το παρατσούκλι του ήταν Φουκαράς κι όλοι τον ήξεραν μ’ αυτό.

Ο Φουκαράς, λοιπόν, μέσα στη χαρά και το γλέντι του πανηγυριού στεκόταν κάποια στιγμή με επισημότητα στη μέση της πίστας και ζητούσε την προσοχή του κοινού. Έτρεχαν τότε όλοι να πάρουν θέση. Κάποιοι άδειαζαν ένα τραπέζι, το κουβαλούσαν ως την πίστα κι απάνω ξάπλωνε ο Φουκαράς ανάσκελα. Έριχνε πάνω του ένα άσπρο ύφασμα τόσο φαρδύ, ώστε να τον καλύπτει εντελώς και μετά άρχιζε με τα πόδια του στον αέρα και τα χέρια του ψηλά να εκτελεί χορευτικές κινήσεις. Τα χέρια και τα πόδια σχημάτιζαν μια φιγούρα μαγική που άλλαζε σχήμα ταχύτατα κι έμοιαζε με χορεύτρια που λικνίζεται. Τον παράξενο αυτό χορό τον συνόδευε ενίοτε ο Καστανιάς από τη Δάφνη, ο πιο σπουδαίος λυράρης της εποχής. Τα παιδιά ξεκαρδίζονταν στα γέλια και οι μεγάλοι απολάμβαναν. Ήταν πράγματι ένας ιδιαίτερος τρόπος ψυχαγωγίας, πέρα από τους παραδοσιακούς χορούς και τα τραγούδια. Ένα μοναδικό δρώμενο.

Μόλις τέλειωνε η παράσταση, ο Φουκαράς έβγαζε το δισκάκι του και με ό,τι κέρδος είχε αγόραζε το κρέας του και το κρασί του για να καθίσει παρέα με τους συντοπίτες του  και ν’ απολαύσει τη συνέχεια του πανηγυριού.

Τη Σουσάνα δεν την ξαναζωντάνεψε κανείς μετά από το θάνατο του Φουκαρά. Επίσης δεν γνωρίζουμε ποιος του έμαθε αυτό το χορό. Μάλλον του γεννήθηκε αυθόρμητα η ιδέα...

 

Ίσως όμως να σχετίζεται με τα εξής:
...αντίθετα απ’ ό, τι συνέβαινε στη λατρεία των άλλων θεών, η συμμετοχή στις τελετές του Διονύσου απαιτούσε την αλλαγή της ταυτότητας και του καθημερινού ρόλου του πιστού.
...Όλες οι μορφές της ποίησης (το έπος, η τραγωδία, η κωμωδία, η ποίηση των διθυράμβων) και το μεγαλύτερο μέρος της αυλητικής και κιθαριστικής τέχνης, λέει ο Αριστοτέλης, είναι μιμήσεις, αναπαραστάσεις, δηλαδή, της πραγματικότητας. Τη μίμηση, αυτή την έμφυτη δεξιότητα του ανθρώπου να εκφράζει μέσα από αναπαραστάσεις όλα όσα του προκαλούν εντύπωση, ο Αριστοτέλης τη θεωρεί τεράστια δημιουργική δύναμη.
....Επειδή, λοιπόν, η μίμηση οδηγεί στη γνώση, όλοι οι άνθρωποι, λέει ο Αριστοτέλης, χαίρονται με τις μιμήσεις. Ιδιαίτερα όταν βλέπουν τις μιμήσεις που κάνουν άλλοι, καθώς παρατηρώντας τους μαθαίνουν. Στην προσπάθεια του ανθρώπου, επομένως, να κατανοήσει τον κόσμο γύρω του μέσα από τη μίμηση δημιουργήθηκαν αυθόρμητα τα πρώτα θεάματα. Μάλιστα, περισσότερο από κάθε άλλη τέχνη, το θέατρο γεννιέται για να παρουσιάζεται και εξελίσσεται χάρη στην ανθρώπινη ανάγκη για θέαμα: θεώμαι, θέα, θέατρο.


Πηγές:1. Ancienttheater.culture.gr  2.  Κυρ-Γιάννης

Δέσποινα Σιμάκη
desikaria@yahoo.gr

Διαβάστε τις ελεύθερες πτήσεις απο της Δέσποινας Σιμάκη.