Γιατί δεν αρκεί να μιλά κανείς για τον έρωτα, πρέπει να τον δοκιμάζει #ArteisErota

H Συγγραφέας – Φιλόλογος Ηρώ Τσαρνά –Κ. για την παρουσίαση του βιβλίου των ελεύθερων πτήσεων artεις έρωτα;, στο πλαίσιο των εκδηλώσεων του Φεστιβάλ artεις έρωτα; που διοργάνωσε το ikariamag.gr, 21-24 Δεκεμβρίου 2017 στον πολυχώρο TAF στο Μοναστηράκι.

Άρτεις έρωτα; Αυτός ο τόσο εύστοχος τίτλος του νέου βιβλίου των παιδιών του Ikariamag με πηγαίνει κατευθείαν στην άκρως ερωτική μέσα στην αφέλειά της ερώτηση της έφηβης συντοπίτισσας φίλης προς τον έφηβο επίσης τότε και έναν από τους συγγραφείς του τόμου Γιάννη Κέφαλο : «’α με φιλήσεις για  ‘α μιλλάς όλλη νύχτα;»

Γιατί δεν αρκεί να μιλά κανείς για τον έρωτα, πρέπει να τον δοκιμάζει:

Μηδείς άπειρος των εμών  είη φίλων/ έρωτος εκτυχών δε τον θεόν λάβοι (= Κανείς από τους φίλους μου μη μείνει/ τον έρωτα χωρίς να δοκιμάσει. Κι είθε να τον καλοδεχτεί, όπου τον απαντήσει), έγραφε ο Στοβαίος στο Ανθολόγιό του περί Αφροδίτης, Έρωτος και Ηδονών

Φυλλομετρώντας αυτό το βιβλίο που καίει τα χέρια εξ αρχής με τη φλόγα του σταματάει κανείς κάθε τόσο από τα διαλεχτά κείμενα και τη ζέστη που εκπέμπουν. Γραμμένα από νέους αλλά και μεγαλύτερους ανθρώπους, όλων των ηλικιών, γιατί ο έρωτας δεν έχει φρένο, ούτε φρένας, όπως θα δούμε, με σταματούν ήδη από την αρχή με τη δροσιά και τη συναισθηματική ευφυΐα τους.

«Αυτή την εποχή την έζησα μαζί σου,…βουτηγμένη στην αιωνιότητα. Με αχίλλειο φτέρνα τον Σεπτέμβρη, την επιστροφή, τον θάνατο που φτάνει πριν χτυπήσει το κουδούνι. Μα και με ένα αίσθημα…που κρατά ζωντανή την ελπίδα πως θα σμίξουμε ξανά «του χρόνου» και πως τελικά τίποτα δεν πεθαίνει. Γιατί ο έκπτωτος ιπτάμενος έφηβος, ο Ίκαρος, θα αναστηθεί το επόμενο καλοκαίρι ξανά, στον μικρό πιτσιρικά και φτερωτό θεό, τον Έρωτα».

Από κείμενο του Κωνσταντίνου Βατούγιου, που θα ήθελα να έχω γράψει εγώ, όπως και πολλά άλλα, και, φαντάζομαι κάθε ένας που έχει γευτεί τη χαρά του έρωτα.

Μέσα στο ίδιο κείμενο οι λέξεις «βράχος», «θάλασσα», «μόλος» μιλούν ότι πρόκειται για τοπίο σε νησί. Ο έρωτας σε νησί, και μάλιστα στο νησί μας, της Ικαρίας, έχει την ιδιαίτερη μορφή του. Γιατί το νησί έχει πάνω απ’ όλα μια ονειρική μορφή, σηματοδοτεί μια τάση φυγής προς το όνειρο.

Όπως το λέει και ο αγαπημένος συγγραφέας που βρέθηκε-τι τιμή!- ανάμεσά μας με το κείμενό του «Έρωτας εξ ακοής στην Ικαρία», ο Γιάννης Ξανθούλης:

«…η λέξη «νησί» ήταν μια από τις πιο βολικές «ονειρικές» στην έμπνευση των τραγουδοποιών. Μέχρι και το «Πάει έφυγε το τρένο» του Χατζηδάκι έδειχνε διάθεση να συσχετιστεί με …μακρινό νησί.»

Έτσι, ο καινούριος τόμος των «Ελεύθερων πτήσεων», το Άρτεις έρωτα, είναι γεμάτος από ιστορίες έρωτα πλεγμένες μέσα στο νησί είτε μεταξύ ντόπιων μα και ξένων προς το νησί που το εράστηκαν τελικά και έμειναν σ’ αυτό με το ταίρι τους.

Την επιμέλεια του βιβλίου έχει η Ρωξάνα Θεοδώρου με μεράκι και γνώση όπως και οι ιστορίες που αφηγείται η ίδια μέσα σ’ αυτό. Το Άρτεις έρωτα;  χωρίζεται στα εξής τμήματα α) ΄Ιμερος, β) Πόθος, γ) Έρωτας , δ) Αντέρωτας

Δεν είναι δυνατόν να ξεχωρίσεις από αυτές τις ιστορίες που είναι όλες ποτισμένες μέχρι τα μπούνια με το αλάτι του έρωτα. Φράσεις μόνο από δω κι από κει ή τίτλους ιστοριών. Και πρώτα απ’ όλα από ιστορίες που μιλούν για τη σχέση του έρωτα με την τρέλα και την απουσία κάθε λογικής. ΄Ετσι ήδη από το κείμενο της εισαγωγής της Ρωξάνας Θεοδώρου που υιοθετεί τον μύθο για τη γέννηση του έρωτα από τον Πόρο και την Πενία έχουμε τον αναμενόμενο συλλογισμό : «δυο κόσμοι χτυπιούνται μέσα σου, ησυχία δεν βρίσκουν κι είναι όλο αυτό μια τρέλα, μια μανία. Πώς να σταθεί ο ερωτευμένος που όλα τα ‘χει και τίποτε δεν του φτάνει;»

Και το επιμύθιο από την ίδια συγγραφέα της ιστορίας Το Τουλάκι:

«Στον έρωτα, δυστυχώς ή ευτυχώς, σημασία δεν έχει αυτό που είναι, αλλά αυτό που θέλουμε να είναι. Κι είναι κι αυτό μια κάποια μορφή τρέλας.»

Για τη σχέση της τρέλας με τον έρωτα έχουν γράψει πολλοί από πολύ παλιά. Μπορούμε να αναφερθούμε στους Αναγεννησιακούς ποιητές ή και στον Ολλανδό Ουμανιστή Έρασμο και στο κλασικό έργο του Μωρίας (=Τρέλας) Έπαινος.

Ο έρωτας είναι τυφλός, γιατί στον μύθο τον έχει τυφλώσει η τρέλα, ενώ η τρέλα πάλι είναι η αιτία της κίνησης και της δημιουργίας στον κόσμο.

Υπάρχει όμως, αντίθετα, και το μοτίβο της ησυχίας και της γαλήνης στον έρωτα. Για παράδειγμα, ο Γάλλος ποιητής της Αναγέννησης Μαυρίκιος Σεβ βλέπει τον έρωτα σαν «σιωπή» και « δρόμος του έρωτα είναι μοναξιά για τον ποιητή»(σ. 89 Louise Labé, 2005, Publications de l’Université de Saint-Étienne, 2004).  Είναι όπως μας την περιγράφει στο λιτό και μεστό κείμενό της η Δέσποινα Σιμάκη : «Η αγάπη η ήσυχη»: «Χορεύει στα μάτια μας η αγάπη ολοζώντανη. Κι άλλο δεν θέλει ο ικαριώτης για να μακροημερεύει. Άλλο δεν θέλει ο άνθρωπος. Να χαλαρώσουμε, αδέλφια, μια είναι η συνταγή : Η αγάπη η ήσυχη.»

«Είναι κι αυτή μια στάση νιώθεται» (Κ.Π.Καβάφης)

Είναι σαν την περίπτωση του μεγάλου στην ηλικία πια ζευγαριού που ο έρωτας κι η αγάπη έχουν γίνει σοφία στο κείμενο του Γιάννη Παπαγιάννη Τελευταία Αγάπη: «Δεν υπάρχει πιο εύκολο από το να χαλάς. Κοίτα τους νέους σήμερα. .. Αγαπιούνται δύσκολα και με κόπο. Και μετά, δίνουν μια κλοτσιά στην καρδάρα και παρ’ την κάτω. Κι είναι σαν να μην έχουν αγαπηθεί ποτέ. Και περνούν άλλα τόσα χρόνια για να ξεχάσουν την αγάπη που είχαν… Ήσουν η τελευταία μου αγάπη κι έμεινες για πάντα.»

Ή στο μεστό με πυκνό ρομαντισμό κείμενο του Μενέλαου Μανώλη, Θα σε Κλέψω, σαν τα λόγια της πιστής ερωτευμένης γυναίκας κι ύστερα συζύγου που έχασε τον άντρα της στο μαύρο πέλαγος και δεν έπαψε στιγμή να περιμένει τον γυρισμό του:

«Είναι σοφός όποιος αγαπά και ελπίζει…και εγώ γέρασα με ερωτευμένη καρδιά μικρής κοπέλας»

Ανάμεσα στις ερωτικές ιστορίες υπάρχουν και μερικές γραμμένες με χιούμορ που παραπέμπουν στη συνοδεία του Διονύσου, τους πονηρούς Σατύρους. Τέτοια είναι η ιστορία τα «Λατάρια» της Τέτας Γεωργακοπούλου,  όπου «λατάριν» (= το εύρωστο αρσενικό ζώο που προορίζεται για παραγωγικός επιβήτορας» -βλ. Λεξικό Ικαριακής  Ντοπιολαλιάς ,Δημήτρης Ν. Γ. Λεσές, Εύδηλος, 2012) και κατ’ επέκταση , εδώ, ωραίοι νέοι «επιβήτορες» πρόθυμοι να εξυπηρετήσουν τον ιαματικό τουρισμό της Ικαρίας.

Ένας τέτοιος λοιπόν τρέχει πριν καλά καλά προλάβει να ντυθεί, όταν σφύριξαν σ’ αυτόν και τη λουόμενη ότι καταφθάνει όπου να ‘ναι ο άντρας της.
«Κι ένας γέρος συγχωριανός που τον είδε τσίτσιδο μπροστά του πετάει τα άδεια μπουγέλα για γάλα και το βάζει στα πόδια , κρατώντας με τα χέρια τον πισινό του.» Κι όταν τον ρώτησαν γιατί, εκείνος απαντά :
«Ε, τον είδα έτσι δα ξαναμμένο κι ήτρόμαξα. Και πού ήξερα εγώ αν είχε προκάμει να κάμει κάτι;»(σ. 79)

«Ο Κερατούκλης» της Δέσποινας  Σιμάκη.
«Τι αγαπημένο ζευγάρι!...Μαλώσατε ποτέ;» τη ρωτάει η νύφη της.
«Βρε κάθε  μέρα…μα για λίγο. Μια φορά μόνο ηκράτησε παραπάνω….
«Τι πάθατε καλέ; «
«Βρε τίποτα. Είχα μια χειμεράδα που εν είχε προκόψει κι ένα απόγεμα ησκέφτηκα πως ο Σπύρος- τον εξέρεις, εδωνά πιο πάνω μένει, μα τότε ήτονε πιο νέος κι είχε χηρέψει πρόσφατα- είχε έναν τράγο κερατούκλη, που μου ‘ρεσε. Και παίρνω τη χειμεράδα, πάω στο στάβλο και φωνάζω του Σπύρου να βοηθήσει, μπας και βάλουμε τον τράγον του να προκόψει την κατσίκα μου. Και λύνει ο Σπύρος το τραγάκι κι αυτό ορμά στην κατσίκα, μα εκείνη ητρόμαξε κι ήρχισε να τρέχει. Κι ητρέχαμεν κι εμείς γύρω γύρω στην αυλή του στάβλου…κι ηφαίνουνταν μονάχα τα κεφάλια μας. Κι ο Σπύρος ο καημένος ηφώναζε: «Κάτσε, μωρή…Πού πας; Ά σ’ αρέσει…»

…Ουφ, επιτέλους, δόξα να ‘χει ο Κύριος… Επιτέλους! Ησώσαμε και τα καταφέραμε! Κι ηπαίραμε βαθιές ανάσες για να συνέλθουμε αφ΄το τρεχαλητό.
Κι εκεδά που ηλέαμε πως ητέλεψε το βάσανο, ακούμε μισοσβησμένη τη φωνή του άντρα μου απ’ όξω αφ’ τον τοίχο:
«Ίντα κάμνετε μωρέ; ΄Ιντα κάμνετε; Εν εντρέπεστε λιγάκι;»…
Κι ύστερα ηκούσαμε ένα γδούπο κι ήβγαμε όξω και τον ήβραμε ξεραμένο απά στο χώμα.» (σ. 190)

Ή ακόμη η ιστορία της Βάνας Τσαμπή, Ένα βράδυ που ‘βρεχε,  (210 κεξ.), όπου
Πάει ο παπάς στα Πέταυρα
Γυρίζει δεν γυρίζει
Κι εμείς την ξεφαντώνουμε
 Την κότα με το ρύζι.

Κι ο ξένος-γείτονας που πήγε με την παπαδιά, όσο έλειπε ο παπάς, που πήγαν να τον αποτελειώσουν, σαν να μυρίζεται ότι ο παπάς είναι κάπου εκεί γύρω :
Τρώω φαγί και τρώγομαι
Πίνω δεν καταπίνω,
Κι εσύ θαρρώ τραγόπαπα
Απ’ το σακί με βλέπεις.

Από τις ιστορίες εδώ κι εκεί μπορεί κανείς να ανθολογήσει φράσεις εμβληματικές που προκαλούν συγκίνηση στον αναγνώστη ή ακροατή:
Όπως η φράση της φτωχής κοπέλας του ζευγαριού στη «Χριστουγιεννιάτικη Ιστορία» της Αλεξίας Παλαιστή : «Αφού δεν έχουμε λεφτά, αποφάσισα να κάνω εγώ το δέντρο». (σ.172)

Ή το ζευγάρι της Δωροθέας Τεμπέλη που η ίδια είναι σίγουρη «ότι τους επισκέφθηκε ο Δίας, και αυτοί του δώσαν το λίγο φαγητό και το κρασί τους με αυταπάρνηση. Και σαν δεύτεροι Φιλήμων και Βαυκίδα, (στο 8ο βιβλίο των Μεταμορφώσεων του Οβιδίου, μεταμορφώνονται σε δέντρα, ο οίκος τους σε ναό και η περίοικος χώρα σε λίμνη) ευλογήθηκαν να πεθάνουν την ίδια μέρα αγαπημένοι., Έμειναν ένας δρυς και μια φλαμουριά…Από μια ψάθα στο πάτωμα ένα ολόκληρο χωριό» (σ.195)

Από την άλλη στέκουν οι «Αντέρωτες» του βιβλίου. Τραγικές ιστορίες, οι περισσότερες, όταν δεν είναι χιουμοριστικές, όπως εκείνη του παπά και της παπαδιάς. Τραγικές και με γνώσεις της ανθρώπινης ψυχής, όπως το ότι στην Ικαρία «όλοι έχουν την ίδια ηλικία» κι έτσι μπορούν να σμίξουν μια παλιά καλλονή με έναν νέο άντρα στο Πώς έφυγες του Κωνσταντίνου Βατούγιου, όπου στο τέλος τραβιέται το χειρόφρενο του γερασμένου αυτοκινήτου προς τον γκρεμό, του ίδιου το Μ (γράμμα), όπου το ζευγάρι χρόνια γνωστό-απ’ τα μαθητικά θρανία- μένει μονοδιάστατο, με το ένα μέλος να κοιτάζει το άλλο, το ριγμένο στη θάλασσα. Αλλού Τ’ ατρύγητα, της Μαίρης Πάστη ή οι Μοιραίες σχέσεις της Στέλλας Κυριακού αφήνουν μια γεύση πικρή στο στόμα και στην καρδιά. Οι καλοκαιρινοί έρωτες του Κων/ νου Τσώρη-Καραπέτη, ο έρωτας -πλυντήριο της Νίκης Σωτηροπούλου, Ο επαγγελματίας Αρραβωνιαστικός  και ο Κωλοφάνης της Ευτυχίας Βασάλου, που ενέχεται κι αυτός στην τρέλα του έρωτα, από το παροιμιώδες δίστιχο που του φόρεσε η συγγραφέας της ιστορίας, στο σπίτι πάνω στο βουνό ζει ένας άνθρωπος τρελός, αφήνουν μια γεύση γλυκόπικρη στο στόμα, όπως και το Της ζωής μου η παράδοξη ιστορία, της Βάνας Τσαμπή.. Και σε άλλη ιστορία μια μεγαλοκοπέλα με έναν πιτσιρικά που έζησαν στην Ικαρία έναν «εφήμερο έρωτα» της Ευτυχίας Βασάλου στο Ιστορίες Θερινής νυχτός …άτιμε Διόνυσε (σ. 219).

Ο Διόνυσος, ναι, πράγματι, είναι Καριώτης. Τον ανέθρεψαν νύμφες στις σπηλιές της Ικαρίας και τον νανουρίζουν, ακόμη και σήμερα, οι γυναίκες του νησιού. Είτε τις λένε Σταματούλα, είτε Τασία, είτε Αγγερού είτε Αληθινή.

Το «για πάντα» και το «ποτέ» είναι φράσεις που ακούμε στους όρκους που υποβάλλει αυτό το «θρασύτατο μα και παραμυθιασμένο…αμάνικο παιδί», ο έρωτας, όπως τον χαρακτηρίζει ο Κωνσταντίνος Βατούγιος. Και δεν είναι τώρα είναι από πάντα που περιλαμβάνονταν μέσα στο ερωτικό λεξιλόγιο.
Το «Για πάντα» το είδαμε ήδη στο κείμενο Τελευταία αγάπη (σ. 158, Γ Παπ.)
Το «πάντα» και το «ποτέ» τα βρίσκουμε και στην ιστορία της γιαγιάς Ευτυχίας (Το ξενάκι γαμπρός) που σαν νύφη δεν φόραγε νυφικό ούτε έχουν γαμήλιες φωτογραφίες (σ.168 κεξ.) «Για πάντα έφυγε η γιαγιά μου για την Αίγυπτο με τον άντρα της και την πεθερά της, θα πει η εγγονή Ευτυχία Βασάλου, για πάντα κουβαλούσε μέσα της την Ικαρία.» Το «ποτέ» πηγαίνει στο ποτέ δεν έπαψε να θυμάται την Ικαρία, γιατί αυτή ήταν η μεγάλη της αγάπη.

Το «πάντα» και το «ποτέ» σύνθετο ως «τίποτε» μια Αναγεννησιακή Γαλλίδα ποιήτρια έχει μοτίβο της στους αριστουργηματικούς , ερωτικούς στίχους της:

Μόνον εσύ είσαι όλη μου η δυστυχία κι όλα μου τ’ αγαθά
Τα πάντα έχω με σένα, χωρίς εσένα τίποτα!

(Από τη Β΄Ελεγεία της Λουίζ Λαμπέ)

Αυτές οι λέξεις είναι οι αντίστοιχες  με τις «todo» και «nada» των ισπανών μυστικιστών, σύμφωνα με τον μελετητή Φρανσουά Ριγκολό και εξωτερικεύουν τη θέληση του ποιητή να εκφράσει ταυτόχρονα το «άδειο/κενό» και για το «απόλυτο» του συναισθήματος.

Το συμπέρασμα: Είναι σίγουρα η Ικαρία νησί του έρωτα. Ενός έρωτα που είδαμε σχεδόν όλες του τις όψεις από το ανεξέλεγκτο πάθος, ως τον αντέρωτα, τη γλυκειά και την πικρή του  πλευρά, την παρεξηγημένη του, το κλέψιμο, τη φονική θωριά του ως και την εντελώς αθώα, την παιδική την γραμμένη στα λευκώματα των ικαριωτισσών μαθητριών και στις αυλές των παιδικών παιχνιδιών που αναπαριστάνονταν γάμοι με τη δέουσα σοβαρότητα, αυτή που δίδαξε ο θεός της αγάπης σε όλες τις ηλικίες, ξεκινώντας από τις μικρότερες. Αυτό ήταν το θέμα του επιλόγου του βιβλίου, από τον Μάκη Φουντούλη.

Ηρώ Τσαρνά-Κ.
irotsarna@yahoo.gr

Διαβάστε τις ελεύθερες πτήσεις της Ηρώς Κόχυλα – Τσαρνά.

ikariastore banner