«Η Αυλή είναι η καρδιά του σπιτιού», συνήθιζε να λέει ο παππούς μου, ένας Ικαριώτης με όλη τη σημασία της λέξης. Όταν ήμουν μικρή δε μπορούσα να καταλάβω τι ακριβώς εννοούσε, γιατί είχα συνδέσει την αυλή αποκλειστικά με το παιχνίδι και την ξεγνοιασιά των παιδικών χρόνων. Καταλάβαινα λοιπόν γιατί η αυλή ήταν η «καρδιά» του σπιτιού για εμάς τα παιδιά, αλλά για τους μεγάλους δε μπορούσα να κατανοήσω το λόγο. Όσο περνούσαν όμως τα χρόνια, συνειδητοποιούσα ότι η αυλή ήταν και είναι για τους Ικαριώτες, ένας χώρος ιδιαίτερος, το σημείο όπου πραγματοποιούνται καθημερινά οι περισσότερες δραστηριότητες του σπιτιού και το σημείο συνάντησης ολόκληρης της οικογένειας. Στο χώρο της αυλής, εδώ και πολλούς αιώνες γίνονται οι δουλείες του νοικοκυριού, το πλύσιμο και το μαγείρεμα. Εκεί πραγματοποιούνται εργασίες που έχουν σχέση με την αγροτική οικονομία. Εκεί οι ντόπιοι υποδέχονται με χαρά τους ξένους και εκεί κάθονται και απολάμβαναν το ικαριώτικο κρασί και ευφραίνεται η καρδιά τους.
Θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει ότι η πραγματοποίηση τόσων δραστηριοτήτων στην αυλή, γινόταν λόγω έλλειψης χώρου, δεδομένου ότι το εσωτερικό των οικείων ήταν ιδιαίτερα μικρό. Οι πιο ρομαντικοί πάλι, θεωρούν οι Ικάριοι επέλεγαν να βρίσκονται τόσες ώρες στην κατάφυτη από λουλούδια αυλή τους και να κάνουν τις δουλείες τους κοντά στη φύση, λόγω της ιδιαίτερης σχέσης και του δεσίματος που έχουν με το περιβάλλον, το οποίο στις δύσκολες στιγμές, τους παρείχε ότι χρειάζονταν για να επιβιώσουν. Σίγουρα ισχύουν και τα δύο!
Η αυλή λοιπόν, υπήρξε ανέκαθεν αναπόσπαστο κομμάτι του ικαριώτικου σπιτιού. Αυλές βέβαια, συναντάμε και στα σπίτια άλλων νησιών, αλλά ο εξοπλισμός της ικαριώτικης αυλής, οι πεζούλες, οι θυΐρες και τα πίλιαστρα, την καθιστούν μορφολογικά μοναδική στο Αιγαίο.
Όλα ξεκίνησαν στις αρχές του 16ο αιώνα, τη λεγόμενη εποχή της «αποκρυβής», δηλαδή την περίοδο που οι κάτοικοι του νησιού, φοβούμενοι ενδεχόμενες επιδρομές των πειρατών αλλά και των Τούρκων, εγκατέλειψαν τους παράκτιους οικισμούς και κατέφυγαν στα βουνά για να προστατευτούν. Οι Ικάριοι λοιπόν άρχισαν να χτίζουν διάσπαρτα, μικρά σπίτια, για να έχουν ένα «κεραμίδι» πάνω από το κεφάλι τους και να ζουν στην αφάνεια. Εδώ αξίζει να θυμηθούμε τη ντόπια λαϊκή ρήση «Σπίτι όσο να χωρείς και τόπον όσο να θωρείς», που εκφράζει άριστα την ικαριακή αντίληψη για το οικιστικό περιβάλλον. Την οικία, πάντοτε συνόδευε η ύπαρξη μιας μακρόστενης αυλής με έναν ψηλό αυλότοιχο, έναν «αντιπειρατικό» θα λέγαμε τοίχο, που είχε σκοπό να κρύβει τα σπίτια από τα ανεπιθύμητα βλέμματα. Οι ντόπιοι λοιπόν, με αυτόν τον τρόπο ένιωθαν προστατευμένοι και μπορούσαν να ασκούν τις δραστηριότητές τους και έξω από τα μικρά σπίτια τους, στο χώρο της αυλής. Η αυλή καλυπτόταν από μια κληματαριά, η οποία κατά τους θερινούς μήνες παρείχε σκιά, ενώ το χειμώνα, όταν έχανε τα φύλλα της, επέτρεπε στον ήλιο να ζεσταίνει το οίκημα.
Για να καλύπτονται οι ανάγκες αποθήκευσης διαφόρων αντικειμένων, που σχετίζονταν με το νοικοκυριό και τις αγροτικές εργασίες, ο αυλότοιχος διέθετε εσοχές σχήματος ορθογώνιου παραλληλεπιπέδου, τις λεγόμενες θυΐρες, οι οποίες αποτέλεσαν το βασικό τύπο ερμαρίου μέχρι το 19ο αιώνα. Ο αυλότοιχος επίσης διέθετε παραθύρες, ανοίγματα που έμοιαζαν με μεγάλα παράθυρα και συχνά καλύπτονταν με μια πλάκα σαν ανώφλι.
Με την πάροδο του χρόνου, όταν εξαλείφθηκε ο κίνδυνος των πειρατών και δεν υπήρχε πλέον ανάγκη απόκρυψης, ο ψηλός αυλότοιχος έχασε το νόημά του, χαμήλωσε και μετατράπηκε σε πεζούλα. Αυτό βέβαια δεν επηρέασε τη λειτουργία της αυλής, η οποία είναι βαθιά ριζωμένη στον τρόπο ζωής των Ικαριωτών. Πάνω στην πεζούλα υψώνονται πλέον πέτρινες κολώνες, τα πίλιαστρα, που διαθέτουν τις θυΐρες. Τα πίλιαστρα γεφυρώνονται μεταξύ τους με δοκάρια που βοηθούν στη στήριξη της κληματαριάς. Η πεζούλα που υπάρχει ανάμεσα στα πίλιαστρα χρησιμοποιείται είτε ως πάγκος εργασίας, είτε ως καθίστρα για ανάπαυση. Εκτός από τις θυΐρες, τα πίλιαστρα, τις παραθύρες, και την πεζούλα, η ικαριώτικη αυλή διαθέτει υπαίθριο τζάκι για μαγείρεμα, νεροχύτη και λαϊνοστάτη, δηλαδή θέση για τη στάμνα.
Είτε ως χώρος υποδοχής, είτε ως υπαίθριο καθιστικό και κουζίνα, η ικαριώτικη αυλή είναι μοναδική. Ως προς τη λειτουργία και τη μορφή της βρίσκεται αναμεσά στην αυλή της αρχαίας περίκλειστης οικίας, που άρχισε να διαδίδεται στην Ελλάδα τον 6ο αιώνα π.Χ. και επιβίωσε μέχρι τον 20ο αιώνα, και στο προστώο μεγαροειδών οικιών, όπου οι άνθρωποι, ήδη από τη νεολιθική εποχή πραγματοποιούσαν διάφορες δραστηριότητες. Είναι λοιπόν αξιοθαύμαστο το γεγονός ότι στην ικαριώτικη αυλή, επιβιώνουν και συνδυάζονται λειτουργικά και μορφολογικά στοιχεία αρχιτεκτονικών τύπων που γεννήθηκαν πριν από τόσους αιώνες.
Στην Ικαρία, κάθε σπίτι έχει μια όμορφη αυλή. Η δική μας ικαριώτικη αυλή στην Ακαμάτρα, είναι γεμάτη ορτανσίες, φυτεμένες από τη γιαγιά Ζαφείρα, την οποία δεν είχα την τύχη να γνωρίσω. Αγαπημένο μου σημείο στην αυλή είναι η πεζούλα της γιαγιάς. Σε αυτή την πεζούλα πέρασα τις ομορφότερες στιγμές της ζωής μου. Σε αυτή την πεζούλα, θυμάμαι τον παππού να κάθεται πάντα όποτε πηγαίναμε τα καλοκαίρια στο νησί για να τον επισκεφτούμε. Σε αυτή την πεζούλα κάθισα και εγώ με τον πατέρα μου και ένιωσα το δέσιμό μας να γίνεται ακόμα πιο δυνατό. Σε αυτή την πεζούλα γεύτηκα εξαίρετο ντόπιο κρασί και πέρασα αμέριμνες στιγμές με αγαπημένα μου πρόσωπα. Σε αυτή την πεζούλα έδωσα τα ομορφότερα φιλιά της ζωής μου, έκλαψα και ένιωσα την ψυχή μου να γαληνεύει, μέσα σε αυτόν το μικρό παράδεισο που λέγεται ικαριώτικη αυλή.
Ζαφείρα Μανταγά, Αρχαιολόγος
Διαβάστε τις ελεύθερες πτήσεις από τις φιλοξενούμενες πένες.