Καλές οι ιστορίες έρωτα, δε λέω, αν και δεν είναι το φόρτε μου. Είναι θυελλώδεις και φουρτουνιασμένες, βουτηγμένες στο ασίγαστο πάθος και στην απελπισία, και, ταυτόχρονα, αστείες μέχρι δακρύων για τους έξωθεν παρατηρητές. Κάθε μία μοιάζει μοναδική, αλλά και αναπόφευκτα προβλέψιμη, γιατί είναι αυτή η ανθρώπινη μοίρα που καταφέρνει να μας ισοπεδώνει ανελέητα όλους εξίσου κι ας νομίζει ο καθένας μας πως ο δικός του ο καημός είναι ο πιο μεγάλος.

Η αλήθεια είναι πως ο μεγαλύτερος μου έρωτας ήταν πάντα το νησί. Aς ήμουν και «ξενάκι», σχετικό κi αυτό! Ναι, δεν έζησα ποτέ εκεί κi ακόμα και η πιο χαρακτηριστική «Καριωτίνα» που ξέρω, το Ευτυχιώ μας - η γιαγιά, δηλαδή η μικρή Ευτυχία γιατί μεγάλη ήμουν εγώ!- έφυγε κορίτσι σχεδόν για την Αλεξάνδρεια.

Μια ιστορία αγάπης, όχι από εκείνες της ''βαθιάς κατανόησης'' και “αλληλοσεβασμού”, αλλά από εκείνες του πάθους, του ''εμείς μαζί δεν κάνουμε και χώρια δεν μπορούμε''! Ήθελα πολύ καιρό να γνωρίσω το θρυλικό παππού ''Πανταρούχα” μα τα κατάφερα τελικά λίγο πριν φύγει όπως ο ίδιος το αποφάσισε. Έτσι, έμαθα το ιστορικό αυτού του θυελλώδη έρωτα από τον ίδιο τον παππού ενώ η γιαγιά Φιλιώ συχνά κουνούσε το κεφάλι και σχολιάζε... έπαιρνε το αίμα της πίσω γιατί την ''παίδεψε'' όπως παραπονιέται.

Κάθε καλοκαίρι πια τα ίδια. Δεν τους χωρούσε ο τόπος. Στην εφηβεία ο κόσμος ολόκληρος δε σε χωράει, πόσο μάλλον το Τραπάλου, μια σταλιά χωριό. Μακραίνανε τα μέλη τους, φουσκώνανε τα σώματα τους, μελαγχολούσε η διάθεσή τους, ένα έρεβος· δεν ξέρανε πώς να βολευτούν, πώς να κάτσουν, πώς να φερθούν.

Στη φωτογραφία φιγουράρουν ο Νικόλαος Μαλαχίας, καθηγητής, του Γεωργίου και της Λεμονής Παγγέρη, και η Αργυρώ/ή Παμφίλη του Ηλία, αδελφού του ιστορικού Χαράλαμπου Παμφίλη, και της Βασιλικής Πλούτη που τέλεσαν τους γάμους τους στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, απ' όπου και η φωτογραφία, στις αρχές του εικοστού αιώνα (γύρω στο 1905).

Που λές, το κλέψιμο της νύφης στην Ικαρία ήταν ένα πολύ συνηθισμένο φαινόμενο. Καθόλου μοναδικό, βέβαια. Σ’ όλη την Ελλάδα, απ’ άκρη, σ’ άκρη, συναντάς αντίστοιχες πρακτικές. Ωστόσο, αν πιστέψω τις διηγήσεις της γιαγιάς μου, σ’ αυτό το νησί πιο πιθανό ήταν ένα ζευγάρι να κλεφτεί, παρά να παντρευτεί στην εκκλησία με όλα τα σόγια σύμφωνα και παριστάμενα. Ποιος να ξέρει;

Εκείνος θα’ταν 20 κι εκείνη, κάπου εκεί. Εκείνος ζούσε στο νησί. Εκείνη ήταν δεύτερη γενιά Αμερικάνα, αλλά αισθανόταν το νησί πατρίδα. Ήταν καλοκαίρι. Γνωρίστηκαν στο καφενείο. Κοιτάχτηκαν, χαμογέλασαν, αγγίχτηκαν, αντάλλαξαν γλυκόλογα...

Έχεις έρθει στο Τραπάλου; Όχι τώρα, με την παραλία του και την ταβέρνα του και τα τηλέφωνα και το γεμάτο σπίτια χωριό και τα κότερα που αράζουν στον όρμο και τις ομπρέλες και τους ξένους και τις κοπέλες με τα μπικινάκια τους. Όοοοχι

Μόλις το 2008, μόλις τέσσερα χρόνια πριν η Δόμνα Σαμίου περάσει την περίβολο των αθανάτων και χαρίσει ίσως τη σπουδαιότερη παρακαταθήκη στην παραδοσιακή μουσική συνολικά της Ελλάδας, κυκλοφορεί το δίσκο «σιγανά και ταπεινά», ένα δίσκο που περιέχει, όπως η ίδια λέει: ‘συγκεντρωμένα όλα μαζί σ’ έναν δίσκο έντεκα από τα πιο αγαπημένα της τραγούδια’.

Χρήστο τον έλεγαν μα λίγοι, και κυρίως άνθρωποι σε μεγάλη ηλικία, θα τον θυμούνται. Ήταν ένας ψηλός και όμορφος νέος άντρας. Ευγενικός και με λεπτούς τρόπους για την εποχή του, σα να μην ήταν αυτός ο άνθρωπος από τα μέρη τούτα. Σαν να μην τον άγγιζε τίποτα από τα μικρά. Πέρναγε σού έδινε την εντύπωση πάνω από τα πράγματα.

Σελίδες

ikariastore banner