η μνήμη και η όσφρηση

Είναι Πάσχα.
Είναι όλοι ζωντανοί, χαμογελάνε, οι παππούδες, οι γιαγιάδες, οι φίλοι.
Είναι όλοι κάτω, τα ξαδέρφια, οι θείοι, οι αγαπημένοι, ανησυχούμε αν θα χωρέσουμε όλοι στην αυλή, ετοιμαζόμαστε για χορευτικά, η ξαδέρφη με το τσιφτετέλι, ο ξάδερφος έχει ξεσηκώσει κάτι φιγούρες στο ζεϊμπέκικο από έναν τύπο, ο νονός μου θα βάλει μεταμφίεση και θα σκάσουμε όλοι στα γέλια.

Ο καιρός είναι γλυκός, η θάλασσα ήρεμη κι ο αφανός μας τεράστιος. Είμαστε κι εμείς πιο κοντοί και δείχνει κι αυτός ψηλότερος.. κάτι στρακαστρούκες σκάνε εδώ κι εκεί σε άσχετες στιγμές και τα σκυλιά γαυγίζουν.

Μας έδειξαν ένα μικρό κατσικάκι που έτρεχε ανυποψίαστο αν μας αρέσει σα μέγεθος και πλαντάξαμε.. κρεμαστήκαμε από τα πατζάκια του παππού παρακαλώντας να φάμε ψάρια την Κυριακή.. τίποτα..Το ξεχάσαμε μασουλώντας κάτι πασχαλινά κουλούρια που «θρούαν» γλυκά στα στόματά μας.

Όλη την εβδομάδα βολοδέρναμε στο γιαλό, γέλια παιχνίδια και αφανός. Μικρά αθλητικά παπουτσάκια με σκρατς και τα χέρια γεμάτα γρατσουνιές από τις αστοιβές..περηφάνια!

Την Μεγάλη Παρασκευή πήραμε κάτι καλαθάκια και ξαμοληθήκαμε στο χωριό!
- Λουλούδια έχετε; Για τα Πιτάφια!
- Βρε ποιανού είστε κοριτσάκια; Πώς ακούεστε;
- Θέλουμε και τριαντάφυλλα, όχι μόνο «πάπιες»!

Το βράδυ ψάλλανε όλοι μαζί τον «Άξιον Εστί». Τα λόγια, το λιβάνι, ο στολισμένος από τα μικρά χεράκια επιτάφιος, φαινόταν τότε όλα τόσο συγκινητικά. Η πορεία προς το λιμάνι και μετά στο νεκροταφείο..κατάνυξη για τους μεγάλους, κουτρουβαλιστή βόλτα για τα μικρά.

Και το πρωί το βάρβαρο ξύπνημα, να κοινωνήσουμε.. Όμως μετά τρώγαμε τσουρέκι στα φανερά όλο το Σάββατο. Τα αντεράκια στη σκάφη ένα σκέτο θρίλερ και η βαρβαρότητα σε όλο της το μεγαλείο: ένα τσουβάλι κρεμασμένο από την αγγελική προκαλούσε συζητήσεις-μάστερ σεφ όλη τη μέρα. Το αφράτο χώμα στο διπλανό χωράφι για τη σούβλα, πολλές νοικοκυρές νύφες και κόρες να κάνουν καριώτικα κουμάντα κι ένας γλυκός ήλιος μεσημεριανός σε προκαλούσε να ξεγελάσεις τον ύπνο και τη μάνα σου και να το σκάσεις από το παράθυρο να πας να δεις τα γουρούνια στο ρέμα. Αν μπορούσες να πιάσεις εκείνο το μικρό.. αν μπορούσες να σκαρφαλώνεις όλο το μεσημέρι στις άσπες...

Ένα μεγάλο οικογενειακό τραπέζι, γονείς, πέντε παιδιά επί 2, συν από 2-3 μικρά ο καθένας, κάνας γείτονας, κάνας φίλος αθηναίος, κάνας ξάδερφος καριώτης και γέμιζε όλη η αυλή με καρέκλες. Ψάθινες, του γύφτου, μεταλλικές, σκαμνάκια, παγκέτες κι όλοι οι καλοί χωράνε. Κρασί, κατσίκι και γέλια, ένα μικρό πανηγύρι στις αυλές του χωριού για να έρθουν για λίγο οι άνθρωποι πιο κοντά.

Η Ανάσταση ήταν η αφορμή, ποιος πιστεύει πια σε παραμύθια, ούτε καν εμείς με τόσα χρόνια θείας κοινωνίας στα στομάχια μας. Όμως η γλυκιά πασχαλινή οικογενειακή συντροφιά μένει αξία αναλλοίωτη στο χρόνο.

Πιστεύαμε οι απώλειες θα χάλαγαν το τραπέζι, όμως δε μπορώ με τίποτα να φανταστώ Πάσχα χωρίς Ικαρία, χωρίς αφανό, χωρίς τους αγαπημένους μου, το χωριό, τις κίτρινες σπάρτες.

Kλείνω τα μάτια μου και ακούω τις μυρωδιές, κλείνω τα μάτια μου και είναι όλοι εκεί.. φωνάζουν και γελάνε. Τους μυρίζω έναν έναν καθώς τους δίνω το φιλί της Ανάστασης.

Αληθώς! Μυρίζουν όλοι όμορφα, μυρίζουν όλοι σπάρτες, μυρίζουν όλοι αγάπη.

Δώρα Τεμπέλη
doratempeli@yahoo.gr

Διαβάστε τις ελεύθερες πτήσεις της Δώρας Τεμπέλη.

ikariastore banner