Δύο κοινωνίες της εξαίρεσης: Άσπρα Σπίτια, Ικαρία

Φωτογραφία: πανοραμική άποψη των Άσπρων Σπιτιών

Η πρόσφατη επίσκεψή μου στα Άσπρα Σπίτια Βοιωτίας μού δημιούργησε την ίδια αίσθηση που είχα το περασμένο καλοκαίρι στην Ικαρία: ότι δεν ήμουν απλώς τουρίστας, περαστικός ενός όμορφου τόπου, αλλά ότι βρισκόμουν μπροστά σε μια εν πολλοίς sui generis κοινωνία, σ’ ένα ποικιλοτρόπως ενδιαφέρον (ενδιαφέρον τουλάχιστον για όσους από μας έχουμε τη λόξα της παρατήρησης) μοντέλο κοινωνικής οργάνωσης, άκρως διαφορετικό απ’ όσα έχουμε συνηθίσει εν Ελλάδι.

Και εξηγούμαι:
Τα Άσπρα Σπίτια είναι μια κωμόπολη που χτίστηκε εκ του μηδενός στις αρχές της δεκαετίας του ’60 από τη γαλλική εταιρεία Πεσινέ. Η εταιρεία υπέγραψε σύμβαση εκμετάλλευσης των κοιτασμάτων βωξίτη της περιοχής. Έχτισε το εργοστάσιο και λίγο πιο πέρα έχτισε ένα ολόκληρο χωριό, για να στεγάσει τους εργάτες και το λοιπό προσωπικό. Το σχεδιασμό του οικισμού ανέλαβε ο περίφημος αρχιτέκτονας Κωνσταντίνος Δοξιάδης (δημιουργός, μεταξύ άλλων, της Μπραζίλια). Όλα τα σπίτια είναι ομοιόμορφης αισθητικής –μια αισθητική που σε μεγάλο βαθμό ακολούθησαν και οι αρχιτέκτονες που διαδέχθηκαν τον Δοξιάδη, όταν χρειάστηκε με την πάροδο του χρόνου ο οικισμός να επεκταθεί.

Το χωριό, στην ουσία, ανήκει στο εργοστάσιο: πρόκειται για ιδιωτική ιδιοκτησία. Οι εργαζόμενοι διαμένουν σε σπίτια που παραχωρεί το εργοστάσιο σ’ αυτούς και τις οικογένειές τους έναντι συμβολικού τιμήματος, ενώ αναλαμβάνει (ή τουλάχιστον αυτό έπραττε μέχρι πρόσφατα) δωρεάν ή για ελάχιστα χρήματα όλες τις επισκευές του νοικοκυριού, καθώς και τους λογαριασμούς της ύδρευσης και της ηλεκτροδότησης. Την ίδια στιγμή, η πολιτιστική επιρροή του είναι εμφανής: στο Γυμνάσιο και το Λύκειο οι μαθητές διδάσκονται Γαλλικά, ενώ υπάρχουν εγκαταστάσεις για αθλήματα άγνωστα στην Ελλάδα αλλά δημοφιλή στη Γαλλία. Η πρώτη ταμπέλα που συναντά κανείς μπαίνοντας στο χωριό λέει, δείχνοντας προς την αντίστοιχη κατεύθυνση, «Εργοστάσιο» κι από κάτω «Usine». Εδώ πρέπει να αναφερθεί και η παρουσία πολλών Αιγυπτιωτών στο χωριό, μιας και πολλοί εξ αυτών γνώριζαν γαλλικά και μπορούσαν να συνεννοηθούν με τους Γάλλους μηχανικούς. Τέλος, είναι αξιοσημείωτο ότι, για χρόνια, η παρουσίαση μιας θεατρικής παράστασης ή μιας κινηματογραφικής ταινίας στο χωριό έπρεπε να λάβει την έγκριση του εργοστασίου.

Επιπλέον, η κοινωνία των Άσπρων Σπιτιών είναι μια κοινωνία επήλυδων (μια «προσφυγούπολη πολυτελείας», όπως έχει χαρακτηριστεί): οι εργάτες έρχονται από όλα τα μέρη της Ελλάδας, μένουν για να εργαστούν, έπειτα αλλάζουν δουλειά ή συνταξιοδοτούνται και φεύγουν. Στα σπίτια τους μένουν άλλοι, νέοι εργάτες. Έπειτα από τη συνταξιοδότησή τους δεν έχουν δικαίωμα να παραμείνουν. Οικογένειες που έζησαν για δεκαετίες στο χωριό υποχρεώνονται μετά το πέρας της εργασίας των μελών της στο εργοστάσιο να φύγουν. Η έννοια της τοπικής ταυτότητας είναι άγνωστη. «Και ποιος μένει τώρα στο σπίτι σου;» ρώτησα έναν φίλο, γύρω στα τριάντα πέντε, που γεννήθηκε και μεγάλωσε εκεί. «Δεν ξέρω» απάντησε. «Και δεν έχω τολμήσει να πάω να δω».

Και αν και πρόκειται για ένα χωριό εργατών, η ταξική διαστρωμάτωση είναι υπαρκτή: ανάλογα με τη θέση στο εργοστάσιο, μια οικογένεια δικαιούται μεγαλύτερο και καλύτερο σπίτι, σε άλλη γειτονιά όπου διαμένουν εργάτες ίδιας ή παρόμοιας στάθμης. Και μια ολόκληρη περιοχή του οικισμού είναι περιφραγμένη: εκεί είναι χτισμένες οι πολυτελείς κατοικίες των διευθυντικών στελεχών, «των λεφτάδων», όπως είπε στην παρέα μου μια κυρία, ιδιοκτήτρια περιπτέρου, με την οποία συζητήσαμε.

«Δεν νιώθετε ιδιοκτησία του εργοστασίου;» τη ρωτήσαμε.
«Όχι» μας απάντησε. «Είμαστε ικανοποιημένοι, και παλιότερα ήταν ακόμη καλύτερα».

Τα χρόνια της ακμής του εργοστασίου ο πληθυσμός είχε αγγίξει τους 5000 κατοίκους. Σήμερα τα Άσπρα Σπίτια αριθμούν σχεδόν 2000 κατοίκους, στη συντριπτική τους πλειοψηφία εργάτες του εργοστασίου (υπάρχουν και κάποιοι δημόσιοι υπάλληλοι, οι διδάσκοντες στις σχολικές μονάδες του χωριού, καθώς και ορισμένοι έμποροι και λοιποί επαγγελματίες).

Τα Άσπρα Σπίτια, τουλάχιστον στα μάτια όσων έχουμε ασχοληθεί έστω κι από μακριά με τις ανθρωπιστικές επιστήμες (και πρωτίστως, το ξαναλέω, όσων έχουμε τη λόξα της παρατήρησης) είναι πάνω απ’ όλα ένα ενδιαφέρον μεγάλης κλίμακας κοινωνικό πείραμα. Όπως και στην Ικαρία, έτσι κι εδώ ο τόπος είναι πρωτίστως ένας κοινωνικός τόπος, και γι’ αυτό φημίζεται. Και όπως και στην Ικαρία, εδώ υπάρχουν στοιχεία μιας συλλογικότητας που παραπέμπει σε σοσιαλιστικού τύπου κοινωνίες. Το εξαιρετικά ενδιαφέρον είναι ότι η σοσιαλίζουσα σε ορισμένες πτυχές της αυτή κοινωνία είναι απότοκο της λειτουργίας ενός καπιταλιστικής λογικής εργοστασίου• και ότι πρόκειται για μια κοινωνία με δομές a priori και άνωθεν ορισμένες, περίπου εν μια νυκτί, στις αρχές της δεκαετίας του ’60. Αντίθετα, στην Ικαρία όλες οι εκφάνσεις ενός βίου της εξαίρεσης με συγγενείς πτυχές είναι αποτέλεσμα οσμώσεων μεταξύ των κοινοτήτων του νησιού επί αιώνες.

Όσοι κυνηγοί της ιδιαιτερότητας -και όσοι λοξοί- προσέλθετε.

Γιάννης Παλαβός
giannispalavos@yahoo.gr